Τρίτη 9 Ιανουαρίου 2007

Η ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ

> Mία φορά κι ένα καιρό, υπήρχε ένα νησί στο οποίο ζούσαν όλα τα
συναισθήματα. Εκεί ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, η Αγάπη και όλα τα
άλλα συναισθήματα. Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι
όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν.
>
> Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία
στιγμή. Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει
βοήθεια. Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μία λαμπρή θαλαμηγό.
>
> Η Αγάπη τον ρωτάει : «Πλούτε μπορείς να με πάρεις μαζί σου;»,
>
> «Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο πλούτος. «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου
και δεν υπάρχει χώρος για σένα».
>
> Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την Αλαζονεία που επίσης
περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος.
>
> «Σε παρακαλώ βοήθησέ με» είπε η Αγάπη.
>
> «Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το
όμορφο σκάφος μου» της απάντησε η Αλαζονεία.
>
> ΗΛύπη ήταν πιο πέρα και έτσι η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτήν
βοήθεια.
>
> «Λύπη άφησέ με να έρθω μαζί σου»
>
> «Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η Λύπη.
>
> Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη αλλά και αυτή δεν της έδωσε
σημασία. Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά
βοήθεια. Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή.
>
> «Αγάπη, έλα προς εδώ. Θα σε πάρω εγώ μαζί μου».
>
> Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος κύριος που η Αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν
γεμάτη από τέτοια ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του.
>
> Όταν έφτασαν στην στεριά ο κύριος έφυγε και πήγε στο δρόμο του.
>
> Η Αγάπη γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη βοήθησε ρώτησε τη
Γνώση,
>
> « Γνώση, ποίος με βοήθησε;»
>
> « Ο Χρόνος» της απάντησε η Γνώση.
>
> «Ο Χρόνος;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε ο Χρόνος;»
>
> Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με βαθιά σοφία της είπε:
>
> « Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη».
>
>
>
> Manos Hatzidakis